«...Μήπως ήμουν απλώς ένα αμερικανόπαιδο που το τάισαν πολύ γάλα; Ή μήπως ήταν μια λαχτάρα, βαθιά μέσα στο διάπυρο κέντρο μου, ο πόθος να βρεθώ τέλεια και ευλογημένα ανυπεράσπιστος, να γίνω ένας τεράστιος, ανεγκέφαλος σάκος ιστών, ποθητός, ηλίθιος, παθητικός, ακίνητος, που δεν ενεργεί αλλά δέχεται τις ενέργειες των άλλων, που κρέμεται, που απλώς υπάρχει, όπως κρέμεται και υπάρχει ένα βυζί...»
«...Απ' τη λογοτεχνία τό 'παθα; "Μα δεν γίνεται, κύριε Κέπες!" λέει ο δόκτωρ Κλίνγκερ. Άλλο ορμόνες κι άλλο τέχνη. Δεν κατάντησα έτσι επειδή αφέθηκα να παρασυρθώ από τη φαντασία των μεγάλων συγγραφέων. "Ναι" του λέω, "αλλά ίσως μ' αυτό τον τρόπο γίνομαι Κάφκα, γίνομαι Γκόγκολ, γίνομαι Σουίφτ. Εκείνοι οραματίστηκαν θαυματουργές μεταμορφώσεις, γιατί ήταν καλλιτέχνες. Είχαν τη γλώσσα και τη μανία του παραμυθά. Εγώ δεν τά 'χα. Έτσι αναγκάστηκα να ζήσω τα οράματά τους εκ του φυσικού". "Αναγκαστήκατε;" "Για να φτιάξω τη δική μου τέχνη. Λαχταρούσα να γίνω καλλιτέχνης, αλλά δεν είχα την αναγκαία απόσταση. Αγαπούσα καθετί το ακραίο στη λογοτεχνία, εξιδανίκευα τους δημιουργούς της, γοητευόμουν από τις εικόνες και την υποβλητικότητά τους - " "Και λοιπόν; Ο κόσμος είναι γεμάτος φιλότεχνους!" "Να, κι έτσι έκανα το άλμα. Πέρα από την εξιδανίκευση. Ο λόγος εγένετο σαρξ, κι εγώ καφκικότερος του Κάφκα. Εκείνος φαντάστηκε απλώς έναν άνθρωπο που γίνεται κατσαρίδα. Κοιτάξτε όμως τι κατάφερα εγώ!"...»
«...Η υψηλή τέχνη μεταδίδεται στους ανθρώπους όπως και όλα τα άλλα...»
Μετάφραση: Αλεξάνδρα Κόντου
Εκδόσεις: γράμματα 1984