«...Ο Ντάνκαν δεν είχε νιώσει ποτέ λαχτάρα για αλλαγή, όπως τα δυο διπλανά κομμάτια ενός παζλ δε νιώθουν ποτέ λαχτάρα να αλλάξουν θέση - απ' όσο μπορούμε να ξέρουμε, τουλάχιστον. Αν τώρα, έτσι για να κάνουμε κουβέντα, φανταζόμασταν ότι τα κομμάτια του παζλ έχουν σκέψεις και συναισθήματα, τότε ίσως τα ακούγαμε να μονολογούν, "Εγώ θα μείνω εδώ. Πού να τρέχω τώρα;" Κι αν ένα άλλο κομματάκι ερχόταν και κουνούσε τις ακρούλες του προκλητικά, προσπαθώντας να δελεάσει το ένα κομματάκι, εκείνο δε θα δυσκολευόταν να αντισταθεί στον πειρασμό. "Κοίτα", θα έλεγε το κομματάκι που ήταν αντικείμενο του πόθου, "εσύ είσαι ένα κομματάκι από τηλεφωνικό θάλαμο, κι εγώ είμαι ένα κομματάκι από το πρόσωπο της Μαρίας, της βασίλισσας της Σκοτίας. Δε θα κολλάγαμε". Και το πράγμα θα τέλειωνε εκεί.
Τώρα όμως ο Ντάνκαν είχε αρχίσει να αναρωτιέται αν η παρομοίωση με το παζλ ταίριαζε στις σχέσεις ανδρών και γυναικών, τελικά. Δε λάμβανε υπόψη της την αναθεματισμένη ξεροκεφαλιά των ανθρωπίνων όντων, την αποφασιστικότητά τους να κολλήσουν στον άλλον ακόμα κι όταν δεν ταιριάζουν. Δεν τους πειράζει να πιεστούν για να ταιριάξουν τις παράταιρες γωνίες τους, ούτε δίνουν δεκάρα για τη διαφορά των τηλεφωνικών θαλάμων και τη Μαρία, τη βασίλισσα της Σκοτίας. Δεν τους προκαλεί ενδιαφέρον το ιδανικό και λογικό ταίριασμα, αλλά τα μάτια, το στόμα, το χαμόγελο, το μυαλό, το στήθος, το στέρνο και τα οπίσθια του άλλου, η εξυπνάδα, η καλοσύνη, η χάρη, ο ρομαντισμός, κι ένα σωρό άλλα πράγματα που δεν έχουν καμία σχέση με το φτιάξιμο ενός σωστού παζλ...»
«...Η Άννι όμως κοιτούσε πάντοτε μια γυναίκα προς τα δεξιά, γονατισμένη στο χώμα, η οποία έφτιαχνε το καμπαναριό μιας εκκλησίας. Φορούσε κάτι που έμοιαζε με κανονικό μακρύ παλτό κι ένα κινέζικο καπέλο, που την έκανε να μοιάζει κακομοίρα, σαν φτωχή γριά αγρότισσα από τον πόλεμο του Βιετνάμ. Κάθε φορά που η Άννι κοιτούσε τη φωτογραφία, σκεφτόταν. Είσαι νεκρή πια. Θα ήθελες να μην είχες σπαταλήσει το χρόνο σου φτιάχνοντας κάστρα στην άμμο; Θα ήθελες να έχεις πει, Να πάνε να γαμηθούνε όλοι, και να είχες βγάλει το παλτό σου για να λιαστείς; Βρισκόμαστε σ' αυτόν τον κόσμο για πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Γιατί να σπαταλήσουμε ένα μέρος του χτίζοντας πύργους στην άμμο;»
«...Ο Ντίκενς είναι ο κατεξοχήν τύπος που, κοιτάζοντας τη ζωή του, μπορείς να πεις με σιγουριά: να ένας άνθρωπος που δε σπατάλησε ούτε λεπτό. Συμβαίνει συχνά αυτό, έτσι δεν είναι; Κάποιοι άνθρωποι να έλκονται από το αντίθετό τους;
Αλλά δε βρίσκεις πολλούς ανθρώπους σαν το Γερο-Ντίκενς. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν κάνουν δουλειές που αντέχουν στο χρόνο. Πουλάνε κρικάκια για κουρτίνες μπάνιου, σαν τον τύπο που παίζει ο Τζον Κάντυ σ' εκείνη την ταινία. (Τα κρικάκια, φυσικά, αντέχουν στο χρόνο. Αλλά δε νομίζω ότι οι άνθρωποι θα αναφέρονται σ' αυτά ως έργο ζωής μετά το θάνατό σου.) Άρα, δεν είναι τόσο αυτό που κάνεις. Δεν μπορεί να είναι αυτό, δε συμφωνείς; Πρέπει να έχει σχέση με το τι λογής άνθρωπος είσαι, αν αγαπάς τους άλλους, με το πώς φέρεσαι στον εαυτό σου και στους γύρω σου...»
Μετάφραση: Χίλντα Παπαδημητρίου
Εκδόσεις: Πατάκη