«...Δυο γάτοι που ξεψάχνιζαν έναν σκουπιδοτενεκέ, τον είδαν να περνάει.
"Ρε κουμπάρε" νιαούρισε ο ένας γάτος, "είδες αυτό που είδα κι εγώ; Τι νόστιμος χοντρούλης!"
"Τον είδα, κουμπάρε" νιαούρισε ο άλλος. "Κι έτσι όπως είναι, μαύρος μαύρος, δεν είναι σαν να τον έχουν περάσει με φούμο - ή με κατράμι; Για πού τό 'βαλες, ρε κατραμόφουσκα;"
Αν κι είχε το μυαλό του στο γλάρο, ο Ζορμπάς δεν ήταν διατεθειμένος ν' αφήσει να περάσουν έτσι οι προκλήσεις αυτών των δυο ρεμπεσκέδων. Σταμάτησε το τρέξιμο, σήκωσε τις τρίχες της ράχης και σάλταρε στον σκουπιδοτενεκέ.
Τέντωσε αργά ένα μπροστινό ποδάρι, έβγαλε ένα νύχι μεγάλο σαν σπίρτο και το κούνησε στη μούρη ενός από τους μάγκες.
"Γουστάρεις; Έχω άλλα εννιά, ίδια μ' αυτό. Θα 'θελες να σου μπηχτούν σε καμιά ράχη;" νιαούρισε ηρεμότατα.
Ο γάτος που 'χε το νύχι κολλημένο στη μούρη, στραβοκατάπιε πριν απαντήσει.
"Μπα... όχι, παλικάρι. Μα τι ωραία μέρα! Δε συμφωνείς;" νιαούρισε, χωρίς ν' αφήσει στιγμή απ' τα μάτια του το νύχι...»
«...Είσαι γλάρος. Σ' αυτό, ο χιμπαντζής έχει δίκιο - αλλά μόνο σ' αυτό. Όλοι σ' αγαπάμε, Καλότυχη. Και σ' αγαπάμε, γιατί είσαι μια γλαροπούλα - μια όμορφη γλαροπούλα. Δεν σου αντιλέγουμε όταν σ' ακούμε να κρώζεις ότι είσαι γάτος, γιατί μας κολακεύει που θέλεις να 'σαι σαν κι εμάς· όμως, είσαι διαφορετική από μας - και μας αρέσει που είσαι διαφορετική. Τη μάνα σου δεν μπορέσαμε να τη βοηθήσουμε - εσένα, όμως, ναι. Σε προστατέψαμε ώσπου να βγεις απ' τ' αβγό. Σου χαρίσαμε όλη μας τη στοργή, χωρίς να θέλουμε ποτέ να σε κάνουμε γάτο. Σε θέλουμε γλάρο, κι έτσι σ' αγαπάμε. Νιώθουμε πως κι εσύ μας αγαπάς, πως είμαστε οι φίλοι σου, η οικογένειά σου, κι είναι καλό να ξέρεις πως μαζί σου μάθαμε κάτι για το οποίο καμαρώνουμε: μάθαμε να εκτιμούμε, να σεβόμαστε και ν' αγαπάμε ένα διαφορετικό πλάσμα. Είναι πολύ εύκολο ν' αποδέχεσαι και ν' αγαπάς αυτούς που είναι σαν κι εσένα, αλλά πολύ δύσκολο κάποιον που είναι διαφορετικός - κι εσύ, μας βοήθησες να το κατορθώσουμε. Είσαι γλάρος, και πρέπει ν' ακολουθήσεις τον προορισμό των γλάρων. Πρέπει να πετάξεις. Όταν θα τα καταφέρεις, Καλότυχη, σε βεβαιώνω πως θα 'σαι ευτυχισμένη, και τότε, τα αισθήματά σου για μας, και τα δικά μας για σένα, θα 'ναι πιο έντονα και πιο όμορφα, γιατί θα 'ναι μια αγάπη ανάμεσα σε εντελώς διαφορετικά πλάσματα...»
Μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης
Εκδόσεις: opera 2007