Wednesday, October 28, 2015

Στην άκρη του κόσμου - Γιώργος Ξενάριος

«...Ο Αλέξανδρος πάντα έρποντας, πλησίασε στο αμίλητο κεφάλι. Του ίσιωσε τα μαλλιά, το σφούγγισε από τα αίματα, το πέρασε και μια δόση φαρμακευτικό κερί. Ύστερα τράβηξε από τις μασχάλες τον στρατιώτη και τον έσυρε λίγα μέτρα πιο μακριά. Πήρε ένα χοντρό δοκάρι από κείνα που χρησίμευαν ως υποστυλώματα για να στηρίζουν τα λαγούμια στα χαρακώματα. Το κάρφωσε στο χώμα και πάνω του έδεσε με σκοινιά, όρθιο τον ανώνυμο στρατιώτη. Σαν σκιάχτρο, να φοβίζει τους εχθρούς.
 Έτσι, είπε, για να μάθουν πως δεν παραδινόμαστε...»

«...Την προσφυγή στο Θείο; αποκρίθηκε ερωτών ο Αποστόλου, ενώ οι έταιροι δύο σιωπούσαν αιδημόνως. Τι εννοείτε; Να ικετεύσουμε τον Θεό να άρει από πάνω μας το δεινό. Δεν γνώριζε ο Πανάγαθος ότι τα τέκνα του των Αλυκών δεν θέλουν να εξολοθρευτούν από τη χολέρα; Εσείς αστειεύεστε, αλλά τα πράγματα είναι λίγο πιο πολύπλοκα. Δηλαδή; Ξέρετε, δεν είναι στο χέρι του Θεού, αλλά στο δικό μας. Ο Θεός έχει αποσυρθεί από την Ιστορία, όχι όμως από τις ψυχές των ανθρώπων. Παρεμβαίνει μόνο μέσω αυτών, όλα τα υπόλοιπα είναι Ιστορία των ανθρώπων. Σ' αυτήν δεν παρεμβαίνει ο Θεός; Μόνο κατ' εξαίρεση, για να μην αποτελέσει η Ιστορία αιτία που δεν θα Τον ανακαλύψουν. Εννοείτε το θαύμα; Και αυτό...»

«...Ριγμένοι άτακτα εδώ κι εκεί, οι κάτοικοι των Αλυκών προσπαθούσαν να αναπαυτούν, να πάρουν δυνάμεις από την κοπιώδη ανηφόρα που τους είχε φέρει ως εδώ πάνω. Κάρα πρατημένα, υποζύγια ελευθερωμένα και κατάκοπα, άνθρωποι ξαπλωμένοι στο χώμα και στο χορτάρι. Κανείς δεν μιλούσε μέσα στο ολόφωτο βράδυ.
 Θά 'ταν μεσάνυχτα όταν έφτασαν. Ο Γρηγόριος και ο Αποστόλου κοιτούσαν τους πρώην κατοίκους των Αλυκών με κάτι σαν συγκατάβαση στα μάτια. Όλα θα γίνονταν δικά τους. Και το μέλλον γενάμενο παρόν.
 Έγινε παρόν το μέλλον εκείνη τη βραδιά, γιατί σε μια από τις σπάνιες αναπτυχώσεις του χρόνου διεστάλη η γη, ο ουράνιος θόλος, ο κόσμος όλος - και είδαν. Είδαν από πού ξεκινούσε και πού έφτανε όλη αυτή η πορεία, η δική τους πορεία. Διεστάλη ο θόλος, φούσκωσε ο ουρανός, κι ένας άγγελος-αντάρτης, σαρκωθείς, ενεφανίσθη λέγων: Τώρα το μέλλον θα γίνει παρόν για σας...»

«...Πίσω από τον αυχένα του Σίδερου, στο πρώτο, γυμνό ύψωμα, οι πορευόμενοι - ακριβέστερα: η εμπροσθοφυλακή τους - αντίκρισαν ένα παράξενο, πρωτοφανές για τους περισσότερους, θέαμα: πάνω στο γυμνό ύψωμα, στερεωμένο σε πρόχειρο ξύλινο πλαίσιο και κρεμάμενο, ένα παραλληλόγραμο άσπρο πανί· απέναντί του, σε απόσταση λίγων μέτρων, μια μηχανή που τώρα, ακριβώς τώρα, έβγαζε ένα άσπρο φως γουργουρίζοντας και προβάλλοντας μπροστά της μια δέσμη από άσπρο, διάφανο φως· άνθρωποι, φιλοπερίεργοι και αδημονούντες, καθισμένοι σε πρόχειρα στημένους ξύλινους πάγκους, στραμμένοι προς το πανί - έχοντας δηλαδή στραμμένα τα νώτα τους προς τον Γρηγόριο και τους υπόλοιπους της Πορείας (μα ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι, τι περίμεναν;)· κι ένας άντρας, με σκούρα ντυμένος, σαν επίσημα, με επίσημες, σχεδόν ιερατικές κινήσεις, έπαιρνε θέση πίσω από το παράδοξο μηχάνημα, το οποίο, εκτός των άλλων, στο πλάι του έφερε μια απόφυση που σε λίγο το έμπειρο δάχτυλο του επίσημου, μαυροντυμένου άντρα θα οδηγούσε σε συνεχόμενη, κυκλική, ευγενική κίνηση...»

«...Μέσα στη νύχτα, μέσα σ' εκείνο το χλωμό φως, πάνω στο βουνό, μες στο κρύο και στο ψιλόβροχο, ένιωσε κάτι από τη μοναξιά του Θεού...»

Εκδόσεις: Κέδρος, 2011
 

Thursday, October 15, 2015

Ανθολογία - Άνθρωποι και Γάτες - Ρ.Κίπλινγκ / Ε.Σκάζα-Βάις / Γκυ ντε Μωπασάν / Ε.Α. Πόε / Ε.Ζολά / Σ. Λέοπολντ / Κολέτ / Ε.Χέμινγουεϊ / Τ. Τζόυς / Σ. Μπωντλαίρ

«...Υπάρχει κάτι στην αλτρουιστική και γεμάτη αυτοθυσία αγάπη του άλογου πλάσματος που αγγίζει την καρδιά κάποιου που είχε συχνά την ευκαιρία να δοκιμάσει την αχρεία φιλία και την επιφανειακή πίστη του ανθρώπου...»
Ο Μαύρος Γάτος - Έντγκαρ Άλαν Πόε

«...Κι όμως, μέσα σ' όλην αυτή την καλοπέραση, μόνο μιαν ευχή, έναν πόθο είχα μες στην καρδιά μου: να δραπετεύσω απ' το ανοιχτό παράθυρο, πάνω στις στέγες...»
Ο Παράδεισος των Γάτων - Εμίλ Ζολά

«Ο κύριός μου μ' έπαιρνε πολύ τακτικά μαζί του στη βιβλιοθήκη του δούκα, όπου απέτρεψα με προσωπική μου παρέμβαση τη βρώση πολλών κακών και περιττών βιβλίων από βουλιμικούς βιβλιοπόντικες. Πρόσεξα δε ότι αυτά τα ενδιαφέροντα για τη λογοτεχνία ζώα έλκονταν ιδιαιτέρως απ' την παραλογοτεχνία, επιδεικνύοντας το ίδιο κακό γούστο με πολλούς αναγνώστες. Σ' αυτούς τους τελευταίους παρείχα - άθελά μου - πολύτιμες υπηρεσίες με τη δραστηριότητά μου στη βιβλιοθήκη...»
Η Γάτα του Γκαίτε - Σβεντ Λέοπολντ

  «Οι Κινέζοι διαβάζουν την ώρα μέσα στα μάτια των γάτων.
  Μια μέρα, ένας μισθοφόρος που έκανε τη βόλτα του στα περίχωρα του Νάνκινγκ, διαπίστωσε ότι είχε ξεχάσει το ρολόι του και ρώτησε ένα αγόρι τι ώρα ήταν. Ο αλητάκος της Ουράνιας Αυτοκρατορίας δίστασε αρχικά, κατόπιν, όμως, θυμήθηκε κάτι, και απάντησε στον μισθοφόρο: "Θα σας πω αμέσως".
  Λίγες στιγμές αργότερα, εμφανίστηκε κρατώντας στα χέρια του μια μεγάλη, χοντρή γάτα και, κοιτώντας το ασπράδι των ματιών της, διαβεβαίωσε τον άνθρωπο χωρίς δισταγμό: "Είναι λίγο πριν από το μεσημέρι, κύριε". Πράγμα απολύτως σωστό.
  Αλλά κι εγώ, όταν γέρνω πάνω στην ωραία Φελίν, που τόσο εύστοχα της δώσαν αυτό το όνομα, στη Φελίν που τιμά το φύλο της και που είναι για μένα η περηφάνια της καρδιάς μου κι η ευωδία της ψυχής μου, τότε βλέπω, είτε είναι νύχτα, είτε μέρα, στο πιο λαμπρό φως ή στην πυκνότερη σκιά, βλέπω πεντακάθαρα στο βάθος των αξιολατρευτων ματιών της τον χρόνο, τον ίδιο πάντα: έναν χρόνο μακρινό, γιορταστικό, μεγάλο σαν το κενό, χωρίς διαίρεση σε λεπτά και δευτερόλεπτα - έναν ακίνητο χρόνο, που δεν έχει ώρα κι όμως είναι ανάλαφρος σαν στεναγμός και φευγαλέος σαν ένα βλέμμα.
  Και αν κάποιος ενοχλητικός άνθρωπος ερχόταν να με ταράξει την ώρα που το βλέμμα μου είναι προσηλωμένο στο χαριτωμένο αυτό ρολόι, αν κάποια ανυπόμονη ψυχή με ρωτούσε: "Μα, τι ψάχνεις μες στα μάτια αυτού του πλάσματος; Μήπως τον χρόνο, σπάταλε και αργόσχολε θνητέ;", θα του απαντούσα χωρίς δισταγμό: "Ναι, τον χρόνο! Την αιωνιότητα!"...»
Η ώρα - Σαρλ Μπωντλαίρ
 
Μετάφραση: Γιούλη Τσίρου
Εκδόσεις: Το Ποντίκι, 2006

Monday, October 12, 2015

If - Rudyard Kipling

If you can keep your head when all about you   
    Are losing theirs and blaming it on you,   
If you can trust yourself when all men doubt you,
    But make allowance for their doubting too;   
If you can wait and not be tired by waiting,
    Or being lied about, don’t deal in lies,
Or being hated, don’t give way to hating,
    And yet don’t look too good, nor talk too wise:

If you can dream—and not make dreams your master;   
    If you can think—and not make thoughts your aim;   
If you can meet with Triumph and Disaster
    And treat those two impostors just the same;   
If you can bear to hear the truth you’ve spoken
    Twisted by knaves to make a trap for fools,
Or watch the things you gave your life to, broken,
    And stoop and build ’em up with worn-out tools:

If you can make one heap of all your winnings
    And risk it on one turn of pitch-and-toss,
And lose, and start again at your beginnings
    And never breathe a word about your loss;
If you can force your heart and nerve and sinew
    To serve your turn long after they are gone,   
And so hold on when there is nothing in you
    Except the Will which says to them: ‘Hold on!’

If you can talk with crowds and keep your virtue,   
    Or walk with Kings—nor lose the common touch,
If neither foes nor loving friends can hurt you,
    If all men count with you, but none too much;
If you can fill the unforgiving minute
    With sixty seconds’ worth of distance run,   
Yours is the Earth and everything that’s in it,   
    And—which is more—you’ll be a Man, my son!

Saturday, October 3, 2015

Το Βιβλίο της Κατερίνας - Αύγουστος Κορτώ

«...Ακόμα προσπαθώ, μέσα από τούτη τη γραφή, να καταλάβω. Να μπω μες στην ψυχή των υπαιτίων, που δεν είναι άλλοι απ' αυτούς που μας ανέθρεψαν...»

«...Είναι τα χρόνια που ο λατρεμένος αδελφός μου ο Άγις, έφηβος δεκατριών ετών με ευαισθησίες πολύ ωριμότερου άντρα, μου μαθαίνει τι να ακούω και τι να διαβάζω - μα δίχως ζόρι ή πατρονάρισμα. Απλώς μοιράζεται μαζί μου ό,τι αγαπά με πάθος, αφήνοντάς με να βρω μόνη μου τον δρόμο προς τα δικά μου μύχια πάθη...»

«...Είναι τα χρόνια που αποφασίζω πως, όταν μεγαλώσω, θα παντρευτώ έναν άντρα σαν τον Άγη, και θα κάνω μόνο ένα παιδί, για να μη χρειάζεται να μοιράζω την αγάπη μου...»

«...Έχω ανακαλύψει ένα ενδιαφέρον παιχνίδι.
Όταν σκορπάς τη δυστυχία σου σαν τη γρίπη, σ' όποιον βρεθεί μπροστά σου, κάπως σαν να λιγοστεύει.
Δεν ξέρω αν αυτό με κάνει κακό άνθρωπο.
Αλλά δεν με νοιάζει να είμαι καλή, μόνο, αν γίνεται λιγότερο δυστυχισμένη...»

«...Μπορεί να ήμουν άρρωστη, κι ανάποδη, και πικρόχολη, κι εγωίστρια, όμως κατάφερα κάτι που πολλές γυναίκες (πάρε παράδειγμα την αδελφή μου) το σκατώνουν τελείως: να μεγαλώσω ένα παιδί, με τόση αγάπη, και τόση πίστη στον εαυτό του, που να μοιάζει ικανό να καταφέρει τα πάντα, που μιλάει, που διαβάζει και γράφει σε δυο ξένες γλώσσες άπταιστα, που αυτοσχεδιάζει υπέροχα κομμάτια στο πιάνο χωρίς μισό μάθημα σε ωδείο, και που σε δέκα-είκοσι χρόνια το πολύ θα κάνει την υφήλιο ολάκερη ν' ασχολείται με τα ιατρικά του επιτεύγματα. Λίγο τό 'χεις; Περήφανη μάνα, λοιπόν, κι ευτυχισμένη...»

Εκδόσεις Πατάκη 2015