Thursday, December 10, 2009

Η Πτώση του Οίκου των Άσερ - Edgar Allan Poe


«...Μια από τις φαντασμαγορικές εικόνες που είχε συλλάβει ο φίλος μου, όχι τόσο αυστηρά αφηρημένης, μπορεί να σκιαγραφηθεί, αν και κάπως ισχνά με λόγια. Μια μικρή εικόνα παρουσίαζε το εσωτερικό μιας ατέλειωτης στενόμακρης θολωτής στοάς, με τοίχους χαμηλούς, λείους, λευκούς και χωρίς καμιά διακοπή ή άλλο στολίδι.
Μερικά συμπληρωματικά σημεία του σχεδίου έδειχναν με κάποιο τρόπο, πως αυτό το υπόγειο βρισκόταν σε ένα βάθος υπερβολικό κάτω από την επιφάνεια της γης. Κανένα άνοιγμα δεν έκοβε σε κανένα σημείο την απέραντη έκτασή του, και κανένας πυρσός ή οποιοδήποτε άλλο φως δεν φαινόταν πουθενά· ένα κύμα, ωστόσο, από εκθαμβωτικές ακτίνες κυλούσε από άκρη σε άκρη του, και το έλουζε ολόκληρο με μια φασματική, απίθανη λάμψη...»
«…μια βραδιά, αφού με πληροφόρησε ξαφνικά πως η λαίδη Μαντελάιν δεν υπήρχε πια, μου δήλωσε πως σκόπευε να κρατήσει το σώμα της για δεκαπέντε μέρες, προτού τελικά το θάψει, σε μια από τις πολλές θολωτές κρύπτες που υπήρχαν στους χοντρούς τοίχους του σπιτιού...»
«…Ο αδελφός είχε οδηγηθεί σε αυτή την απόφαση – έτσι τουλάχιστον μου είπε – εξαιτίας της ειδικής μορφής της αρρώστιας της νεκρής, ορισμένων ενοχλητικών μα απαραίτητων εξετάσεων που έπρεπε να κάνει ο γιατρός της και επειδή ο οικογενειακός τους τάφος βρισκόταν μακριά σε μέρος πολύ εκτεθειμένο…»
«…Μονάχοι εμείς οι δυο, μεταφέραμε το φέρετρο με το σώμα της λαίδης Μαντελάιν στον τόπο όπου επρόκειτο να αναπαυθεί...»
«…Αν το ακούω;  Ναι, το ακούω, το έχω ακούσει. Για πολύ πολύ πολύ. Πολλά λεπτά, πολλές ώρες, πολλές μέρες, το έχω ακούσει, μα δεν τόλμησα - ω, λυπήσου με, λυπήσου το άθλιο ναυάγιο που είμαι! – δεν τόλμησα, δεν τόλμησα να μιλήσω! Τη βάλαμε ζωντανή στον τάφο! Δεν σου είπα πως οι αισθήσεις μου είναι οξύτατες; Τώρα σου λέω πως άκουσα τις πρώτες αδύναμες κινήσεις της μέσα στο φέρετρο. Τις άκουσα πολλές, πολλές μέρες πριν, μα δεν τόλμησα, δεν τόλμησα να μιλήσω και τώρα, απόψε, ο Έθελρεντ – χα, χα! – πες καλύτερα το σπάσιμο της κάσας της, το τρίξιμο των σιδερένιων στροφάλων της φυλακής της και το πάλεμα με το χαλκοντυμένο τόξο του θόλου! Ω! Πού θα πετάξω; Δεν θα φτάσει εδώ από στιγμή σε στιγμή; Δεν άκουσα τα βήματά της στη σκάλα; Δεν ξεχωρίζω το βαρύ, φρικτό κτύπο της καρδιάς της; Τρελέ! – εδώ τινάχτηκε όρθιος με μανία και φώναξε λες και μαζί με τα λόγια που ξεστόμισε έβγαινε και η ψυχή του. Τρελέ! Σου λέω πως τώρα στέκει εκεί έξω από την πόρτα!»
Μετάφραση: Στέλλα Βουρδούμπα
Εκδόσεις: Ελευθεροτυπία 2006

Sunday, December 6, 2009

Η Ζωή, Το Σύμπαν και Τα Πάντα - Douglas Adams

«...Το “Γυρίστε το Γαλαξία με Ωτοστόπ” έχει να πει τα εξής στο θέμα του πετάγματος.
Υπάρχει μια τέχνη, λέει, ή μάλλον ένα κόλπο στο πέταγμα. Το κόλπο είναι να ρίχνεσαι στο έδαφος και να μην το πετυχαίνεις...»

«...Η λύση ήταν ιδιοφυής και ήταν η εξής: Ο πλανήτης Κρίκκιτ θα περικλειόταν εις το διηνεκές σ’ ένα κάλυμμα Βραδύχρονου, μέσα στο οποίο η ζωή θα συνεχιζόταν, σχεδόν απείρως αργά. Το φως θα παρέκκλινε γύρω από το κάλυμμα αυτό, έτσι που θα παρέμενε αόρατο και αδιαπέραστο. Η απόδραση από το κάλυμμα θα ήταν εντελώς αδύνατη, εκτός κι αν ξεκλειδωνόταν απ’ έξω.

Όταν το υπόλοιπο Σύμπαν θα έφτανε στο οριστικό του τέλος, όταν ολόκληρη η δημιουργία θα έφτανε στη νεκρική της κατάρρευση… και η ζωή και η ύλη θα έπαυαν να υπάρχουν, τότε ο πλανήτης Κρίκκιτ και ο ήλιος του θα αναδύονταν από το κάλυμμα του Βραδύχρονου και θα συνέχιζαν μια μοναχική ύπαρξη, όπως την επιθυμούσαν, στο λυκόφως του Συμπαντικού κενού.

Η κλειδαριά θα βρισκόταν σ’ έναν αστεροειδή που θα γύριζε σε τροχιά γύρω από το κάλυμμα.
Το κλειδί θα ήταν το σύμβολο του Γαλαξία – η πύλη Γουίκιτ...»

Μετάφραση: Δημήτρης Αρβανίτης
Εκδόσεις: Παρά Πέντε

Saturday, December 5, 2009

Το Άλικο Γράμμα - Ναθάνιελ Χόθορν


«...Έχει πολύ καλή επίδραση στη διατήρηση της ηθικής και πνευματικής υγείας ενός ατόμου ο συγχρωτισμός με άτομα που είναι τελείως διαφορετικά από αυτόν, τα οποία ελάχιστο ενδιαφέρον έχουν για τα πράγματα με τα οποία ασχολείται, και για τα οποία, προκειμένου να κατανοήσει το πού κινούνται και ποιες ικανότητες τα χαρακτηρίζουν, είναι υποχρεωμένος να αφήσει κατά μέρος τον εαυτόν του...»

«...Ωστόσο, υπάρχει ένα πεπρωμένο, ένα συναίσθημα δυνατό και αναπόφευκτο, που είναι ισχυρό όσο και η ίδια η μοίρα, που αναγκάζει σχεδόν πάντα τους ανθρώπους να τριγυρνούν στο ίδιο μέρος και να το στοιχειώνουν σαν φαντάσματα, το μέρος όπου κάποιο σημαντικό και ιδιαίτερο γεγονός άφησε το χρώμα του μέσα στη ζωή τους· και όσο πιο αδύνατο είναι να αντισταθεί κανείς απέναντι σ’ αυτό το συναίσθημα, τόσο πιο σκούρα είναι τα χρώματα που το κάνουν να είναι γεμάτο από θλίψη...»

«...Έλεγαν με σιγουριά ότι αυτό το γράμμα, δεν ήταν φτιαγμένο από ένα συνηθισμένο άλικο ύφασμα, βαμμένο με κάποιο χρώμα που είχε παρθεί από τη φύση, αλλά είχε αποκτήσει το χρώμα του από τις δυνατές φλόγες της κόλασης και ότι μπορούσες να το δεις να λάμπει και να φλέγεται, όταν η Έστερ Πριν ήταν έξω στους δρόμους το βράδυ...»

«...Παρ’ όλα αυτά, όχι πολύ σπάνια, αν και με μια ευχαρίστηση που του προκαλούσε τρόμο, αισθανόταν στ’ αλήθεια την ανάγκη να ατενίζει το σύμπαν μέσα από μια διαφορετική θεώρηση, αλλιώτικη από αυτή με την οποία επικοινωνούσε τις περισσότερες φορές. Λες και άνοιγε ξαφνικά ένα παράθυρο το οποίο επέτρεπε σε έναν πιο ελεύθερο άνεμο να μπει μέσα στο κλειστό και πνιγηρό του γραφείο, όπου ξόδευε τη ζωή του, ανάμεσα στο φως της λάμπας του ή στις λαμπερές ακτίνες του ήλιου, που τα κλειστά του παραθυρόφυλλα κρατούσαν απ’ έξω, και στη μυρωδιά της κλεισούρας – πραγματικής ή ηθικής – που έβγαζαν τα βιβλία του. Αλλά αυτός ο άνεμος ήταν πάρα πολύ δροσερός και παγωμένος, για να μπορεί να τον αντέξει πολύ ώρα μέσα στα πνευμόνια του. Και τότε, τόσο ο ιερέας όσο και ο γιατρός έμπαιναν και πάλι μέσα στα στενά όρια εκείνου που η εκκλησία ονόμαζε ανορθόδοξο...»

Μετάφραση: Ιωάννα Καλογεροπούλου
Εκδόσεις: De Agostini Hellas 2005

Tuesday, December 1, 2009

Η Λέσχη Δουμάς ή Η Σκιά του Ρισελιέ - Αρτούρο Πέρεθ Ρεβέρτε

«…De Umbrarum Regni Novem Portis… Οι εννέα πόρτες του βασιλείου των σκιών.»

«..Είναι το ουροβόρο ζώο που περικυκλώνει το λαβύρινθο, στον οποίο θα διαβείς οκτώ πόρτες μέχρι να βρεις το δράκο που σπεύδει στο αίνιγμα της λέξης. Κάθε πόρτα έχει δύο κλειδιά: το πρώτο είναι αέρας και το δεύτερο ύλη, αλλά και τα δύο είναι το ίδιο πράγμα. Θα βάλεις την ύλη στο δέρμα του φιδιού, με τη φορά του φωτός της ανατολής, και στην κοιλιά του τη σφραγίδα Κρόνου. Θα ανοίξεις τη σφραγίδα εννέα φορές και, όταν ο καθρέφτης δείξει το δρόμο, θα έχεις τη χαμένη λέξη που φέρνει το φως από τα σκοτάδια...»

«…Η σκιά του καμπαναριού της εκκλησίας προβαλλόταν στο έδαφος, κοντά τους. Η φαρδιά και σκοτεινή σιλουέτα είχε μετακινηθεί σιγά σιγά με κατεύθυνση αντίθετη στον ήλιο. Παρατήρησε ότι ο σταυρός του καμπαναριού έμενε στα πόδια της κοπέλας, πολύ κοντά της, αλλά χωρίς να την αγγίξει ούτε μια στιγμή. Συνετή, η σκιά του σταυρού κρατιόταν σε απόσταση...»

«...Σ’ εκείνη την Πράγα, κύριε Κόρσο, σε σκοτεινά δωμάτια υπήρχαν άνθρωποι που γνώριζαν την κάρμινα, την τέχνη των μαγικών λέξεων· τη νεκρομαντεία, δηλαδή την τέχνη να επικοινωνείς με τους νεκρούς…» «…Και την γκοέθια…» «…Την τέχνη να επικοινωνείς με τον Διάβολο...»

«...Το ζεστό νερό αγκάλιασε το δέρμα του Κόρσο όταν μπήκε κάτω από το ντους· το άφησε να τρέχει στο πρόσωπό του, να του καίει τα βλέφαρα, και άντεχε τον πόνο με τα σαγόνια σφιγμένα και τους μύες του να συσπώνται, καταπιέζοντας τη λαχτάρα να ουρλιάξει, μέσα απ’ την υγρή ζέστη που τον έπνιγε, τον πόνο της μοναξιάς του. Επί τέσσερα χρόνια, ένα μήνα και δώδεκα μέρες, όταν σηκωνόταν από το κρεβάτι, η Νίκον έμπαινε μαζί του στο μπάνιο, για να του σαπουνίσει αργά, ατελείωτα την πλάτη. Και συχνά σφιγγόταν γύρω από το σώμα του, όπως μια μικρή που είχε χαθεί μες στη βροχή. Μια μέρα θα φύγω χωρίς να σε έχω γνωρίσει ποτέ. Θα θυμάσαι τότε τα μεγάλα μου μαύρα μάτια. Τις σιωπηλές μου κατηγορίες. Τα βογκητά της αγωνίας μου όταν κοιμόμουνα. Τους εφιάλτες μου, που μπορούσες να εξορκίσεις. Θα τα θυμάσαι όλ’ αυτά όταν θα έχω φύγει...»

Μετάφραση: Δημήτρης Δημουλάς
Εκδόσεις: Πατάκη

Ζωντανός Θρύλος - Richard Matheson

«...Είναι ένας βάκιλος, της είπε, ένα κυλινδρικό βακτηρίδιο. Δημιουργεί ένα ισοτονικό διάλυμα μες στο αίμα, το κάνει να κυκλοφορεί βραδύτερα απ' το κανονικό, ενεργοποιεί όλες τις σωματικές λειτουργίες, τρέφεται με φρέσκο αίμα και παρέχει ενέργεια. Όταν στερείται το αίμα, δημιουργεί αυτοκαταστρεφόμενα βακτηριοφάγα κύτταρα ή, με άλλα λόγια, σχηματίζει σπόρους...»

«...Λέγοντας ότι σχηματίζει σπόρους, εννοώ πως δημιουργεί ένα ελλειψοειδές σωματίδιο που έχει όλα τα βασικά συστατικά βακτηριδίου που βρίσκεται σε κατάσταση αδράνειας. Αυτό συμβαίνει όταν το μικρόβιο δεν προσλαμβάνει καθόλου φρέσκο αίμα. Στη συνέχεια, όταν ο ξενιστής βρικόλακας αποσυντίθεται, τα σπόρια αυτά μεταφέρονται με τον αέρα και αναζητούν νέους ξενιστές. Βρίσκουν κάποιον, αναπαράγονται - και ένας ακόμα οργανισμός έχει μολυνθεί...»

«...Τα βακτηριοφάγα είναι νεκρές πρωτεΐνες που δημιουργούνται και όταν ο οργανισμός δεν προσλαμβάνει καθόλου αίμα. Σε αντίθεση, όμως, με τα σπόρια, στην περίπτωση αυτή ο ανώμαλος μεταβολισμός καταστρέφει τα κύτταρα...»

«...Ο βάκιλος... είναι ένα σαπρόφυτο, το οποίο αναπτύσσεται αεροβίως ή αναεροβίως. Ζει με ή χωρίς οξυγόνο και εδραιώνει μια συμβιωτική σχέση με τον οργανισμό. Ο βρικόλακας τον τρέφει με φρέσκο αίμα και ο βάκιλος παρέχει την απαραίτητη ενέργεια, για να είναι ο βρικόλακας σε θέση να βρει κι άλλο φρέσκο αίμα. Θα μπορούσα, επίσης, να προσθέσω, ότι το μικρόβιο προκαλεί και την ανάπτυξη κυνόδοντων...»

«...Όταν εισχωρεί αέρας... η κατάσταση μεταβάλλεται ακαριαία. Το μικρόβιο μεταβάλλεται σε αερόβιο και, αντί να φερθεί συμβιωτικά, αρχίζει να φέρεται με λοιμογόνως παρασιτικό τρόπο...»

 «...Τρώει τον ξενιστή του...»

Μετάφραση: Νίκος Ρούσσος
Εκδόσεις: Οξύ

Το Ρεστωράν Στο Τέλος Του Σύμπαντος - Douglas Adams

«...Το Σύμπαν... είναι ένα ανησυχητικά μεγάλο μέρος, ένα γεγονός που πολλοί άνθρωποι, χάριν μιας ήσυχης ζωής, τείνουν να αγνοούν.

Πολλοί θα ήταν πιο ευτυχισμένοι αν πήγαιναν σ' ένα μικρότερο μέρος δικής τους επινοήσεως, κι αυτό τελικά κάνουν τα περισσότερα πλάσματα.

Για παράδειγμα, σε μια γωνιά του Ανατολικού Γαλαξιακού Βραχίονα βρίσκεται ο μεγάλος πλανήτης-δάσος Ογκλαρούν, ολόκληρος ο "έλλογος" πληθυσμός του οποίου ζει μονίμως σε μια σχετικά μικρή και συνωστισμένη καρυδιά. Σ' αυτό το δέντρο γεννιούνται, ζουν, ερωτεύονται, χαράζουν μικροσκοπικά άρθρα με εικασίες για το νόημα της ζωής, τη ματαιότητα του θανάτου και τη σημασία του ελέγχου των γεννήσεων. Στον κορμό του, πολεμούν λίγους εξαιρετικά μικρούς πολέμους και τελικά πεθαίνουν δεμένοι στα πιο μακρινά κλαδιά του.

Στην πραγματικότητα οι μόνοι Ογκλαρουνιανοί που αφήνουν το δέντρο τους είναι αυτοί που πετάγονται κάτω επειδή υπέπεσαν στο αποτρόπαιο έγκλημα ν' αναρωτηθούν αν κάποιο από τα άλλα δέντρα θα μπορούσε να κατοικηθεί, και αν τα δέντρα αυτά είναι πραγματικά και όχι παραισθήσεις που προκαλούνται αν φας πολλά Ογκλακαρύδια.

Όσο εξωτική κι αν φαίνεται αυτή η συμπεριφορά, δεν υπάρχει ούτε μια μορφή ζωής στον Γαλαξία που να μην είναι κατά κάποιον τρόπο ένοχη για το ίδιο πράγμα, και γι' αυτό η Δίνη Ολικής Αντιλήψεως είναι τόσο φρικιαστική.

Γιατί όταν μπεις στη Δίνη βλέπεις για μια στιγμή ολόκληρη την αφάνταστη απειροσύνη της δημιουργίας, και κάπου εκεί υπάρχει ένα πολύ μικρό σημαδάκι, μια μικροσκοπική κουκίδα σε μια μικροσκοπική κουκίδα που λέει "Εδώ είσαι"...»

Μετάφραση: Δημήτρης Αρβανίτης
Εκδόσεις: Παρά Πέντε

Η Δεσποινίς Σμίλλα Διαβάζει Το Χιόνι - Πέτερ Χόε

«...Το αριθμητικό σύστημα είναι σαν την ανθρώπινη ζωή. Στην αρχή έχεις τους φυσικούς αριθμούς. Αυτούς που είναι ακέραιοι και θετικοί. Τους αριθμούς του μικρού παιδιού. Αλλά η ανθρώπινη συνείδηση επεκτείνεται. Το παιδί ανακαλύπτει τη νοσταλγία, και ξέρεις ποια είναι η μαθηματική έκφραση της νοσταλγίας;»

«...Είναι οι αρνητικοί αριθμοί. Η διατύπωση του αισθήματος ότι μας λείπει κάτι. Και η συνείδηση εξακολουθεί ν' απλώνεται και ν' αναπτύσσεται, και τότε το παιδί ανακαλύπτει τα μεσοδιαστήματα. Ανάμεσα στις πέτρες, ανάμεσα στα μούσκλια πάνω στις πέτρες, ανάμεσα στους ανθρώπους. Και ανάμεσα στους αριθμούς. Και ξέρεις πού οδηγεί αυτό; Οδηγεί στα κλάσματα. Οι ακέραιοι αριθμοί και τα κλάσματα αποτελούν τους ρητούς αριθμούς. Και η συνείδηση δεν σταματάει εκεί. Θέλει να ξεπεράσει τα όρια της λογικής. Προσθέτει μια πράξη τόσο παράλογη όπως η εξαγωγή ριζών. Και της προκύπτουν οι άρρητοι αριθμοί...»

«...Είναι κάτι σαν τρέλα. Γιατί οι άρρητοι αριθμοί είναι άπειροι. Δεν μπορείς να τους γράψεις. Σπρώχνουν τη συνείδηση πέρα από όλα τα όρια. Και οι άρρητοι αριθμοί μαζί με τους ρητούς αποτελούν τους πραγματικούς αριθμούς...»

«...Δεν σταματάει. Δεν σταματάει ποτέ. Γιατί τώρα, σ' αυτό το σημείο συμπληρώνουμε τους πραγματικούς αριθμούς με τους φανταστικούς, τις τετραγωνικές ρίζες των αρνητικών αριθμών. Είναι αριθμοί που δεν μπορούμε να τους φανταστούμε, αριθμοί που δεν μπορεί να χωρέσει ο νους του φυσιολογικού ανθρώπου. Και όταν προσθέτουμε τους φανταστικούς αριθμούς στους πραγματικούς, έχουμε το σύστημα των μιγαδικών αριθμών. Το πρώτο αριθμητικό σύστημα στο οποίο είναι δυνατό να εξηγήσεις ικανοποιητικά τον σχηματισμό παγοκρυστάλλων. Είναι σαν ένα μεγάλο, ανοιχτό τοπίο. Σαν τον ορίζοντα. Πηγαίνεις προς το μέρος του κι αυτός απομακρύνεται ολοένα...»

Μετάφραση: Δημοσθένης Κούρτοβικ
Εκδόσεις: Ψυχογιός

Saturday, November 28, 2009

Ο Παρίας - Graham Masterton

«...Άρχισα να πλησιάζω το λευκό αντικείμενο πάνω από την επιφάνεια του βυθού, κολυμπώντας και αναπνέοντας σταθερά. Το αντικείμενο άλλαζε θέσεις μέσα στο νερό, άλλαζε θέσεις και περιστρεφόταν, σαν να το παράσερνε νωχελικά το παλιρροιακό ρεύμα· και, καθώς πλησίαζα περισσότερο, κατάλαβα πως δεν μπορούσε να είναι ούτε ο Έντουαρντ ούτε ο Φόρεστ, γιατί έμοιαζε πιο πολύ με κομμάτι από το πανί κάποιου κότερου που είχε μπλεχτεί σε κάποιο βαρύ αλιευτικό μηχάνημα, και είχε βυθιστεί στον πυθμένα.

Μόνο όταν βρέθηκα πολύ κοντά, όχι πάνω από ένα μέτρο, συνειδητοποίησα με μια παγωμένη αίσθηση απελπισίας, τρόμου και αηδίας πως το αντικείμενο ήταν μια πνιγμένη γυναίκα. Περιστρεφόταν στο νερό, καθώς πλησίαζα, και είδα ένα πρόσωπο πρησμένο και αόμματο, ένα στόμα μισοφαγωμένο από τα ψάρια, μαλλιά που υψώνονταν πάνω από το κεφάλι σαν φύκια. Φορούσε ένα λευκό νυχτικό, που κυμάτιζε ανάλογα με τη ροή του ρεύματος. Ο αστράγαλός της ήταν μπλεγμένος σε ένα κομμάτι από δίχτυ που πρέπει να ανήκε σε κάποια τράτα – και το οποίο ήταν εκείνο που κρατούσε το πτώμα παγιδευμένο στον βυθό – αλλά το κορμί είχε φουσκώσει τόσο με αέριο που στεκόταν πια όρθιο, χορεύοντας ένα γκροτέσκο υποθαλάσσιο μπαλέτο, ολομόναχο, βυθισμένο, κάτω από τα κύματα του Ισθμού του Γκράνιτχεντ...»

«...Με μάτια έτοιμα να εκραγούν, με το κεφάλι να γυρίζει, κατάφερα μια τελευταία απεγνωσμένη προσπάθεια να κάνω μια περιστροφή για να δω τι ήταν εκείνο που είχε πιάσει τον αστράγαλό μου. Με τρόμο είδα πως ήταν η νυχτικιά της νεκρής γυναίκας, μέσα στην οποία συνέχιζε τον φρικιαστικό υδάτινο χορό της. Οι κινήσεις μου θα πρέπει να την είχαν απελευθερώσει από τα δίχτυα της τράτας όταν πέρασα για πρώτη φορά δίπλα της, και θα πρέπει να με ακολούθησε προς τα πάνω, φουσκωμένη από τα βακτηριδιακά αέρια, σα σημαδούρα. Όταν η νυχτικιά της, όμως, μπλέχτηκε γύρω από το πόδι μου, το πτώμα θα πρέπει να γύρισε ανάποδα, και το αέριο στο εσωτερικό της βγήκε προς τα έξω, κάνοντας το νεκρό σώμα βαρύτερο, με αποτέλεσμα να αρχίσει να με παρασέρνει προς τα κάτω.

Διπλώθηκα στα δύο και προσπάθησα να σκίσω τη νυχτικιά με τα χέρια μου, αλλά το μουσκεμένο ύφασμα αρνιόταν να κοπεί, και έμενε τυλιγμένο σφικτά γύρω από το πόδι μου και τον αστράγαλό μου σαν βρεγμένο μαστίγιο. Άπλωσα το χέρι μου στον μηρό, και με μεγάλη προσπάθεια κατάφερα να τραβήξω από τη θήκη του το μαχαίρι μου, αλλά το πτώμα εξακολουθούσε να περιστρέφεται και να βυθίζεται και έμοιαζε σχεδόν αδύνατο να κόψω τη νυχτικιά δίχως να κόψω συγχρόνως και το ίδιο μου το πόδι.

Δύο, τρία, τέσσερα σκισίματα, και γνώριζα πως δεν μου είχε απομείνει αρκετό οξυγόνο στους πνεύμονες για να κάνω τίποτα άλλο παρά μόνο να βγω το συντομότερο δυνατό στην επιφάνεια. Αλλά έκανα ένα ακόμα κόψιμο στο ύφασμα, και σαν από θαύμα, εκείνο σκίστηκε. Το πτώμα της γυναίκας βυθίστηκε πάλι πίσω στο σκοτάδι, μέσα στα σύννεφα της λάσπης και του θολού νερού...»

Μετάφραση: Τάσος Νικογιάννης
Εκδόσεις: Οξύ

Sunday, November 22, 2009

Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκραίυ - Όσκαρ Ουάιλντ

«...Ο Ντόριαν Γκραίυ κοίταξε το πορτραίτο. Έξαφνα τον κυρίεψε ανεξέλεγκτο μίσος για τον Μπάζιλ Χόλγωρντ, που λες και το είχε υποβάλει το είδωλο του μουσαμά, ψιθυρίζοντας στο αυτί του με τα χείλη που μειδιούσαν. Μέσα του ανασάλευαν τα άγρια πάθη του παγιδευμένου αγριμιού. Κοίταξε γύρω με άγριο βλέμμα. Στη μεγάλη ζωγραφιστή κασέλα απέναντί του είδε κάτι να γυαλίζει. Το βλέμμα του στάθηκε εκεί. Ήξερε καλά τι ήταν. Ήταν ένα μαχαίρι που είχε φέρει από κάτω πριν από λίγες μέρες, για να κόψει ένα κομμάτι σχοινί, και ξέχασε να το κατεβάσει πάλι. Προχώρησε αργά προς την κασέλα περνώντας δίπλα από τον Χόλγωρντ. Μόλις έφτασε πίσω του, έπιασε το μαχαίρι και έκανε μεταβολή. Ο Χόλγωρντ σάλεψε στην καρέκλα του, σαν να πήγαινε να σηκωθεί. Χίμηξε τότε καταπάνω του και έχωσε το μαχαίρι στη μεγάλη φλέβα που είναι πίσω από το αυτί, πιέζοντας το κεφάλι του ζωγράφου πάνω στο τραπέζι και χτυπώντας τον απανωτά.

Ακούστηκε ένα πνιχτό βογγητό και ύστερα ο φρικτός ρόγχος του ανθρώπου που πνίγεται στο αίμα του. Τα απλωμένα μπράτσα του τινάχτηκαν σπασμωδικά τρεις φορές, σείοντας στον αέρα τα αλλόκοτα χέρια με τα άκαμπτα δάχτυλα. Ο Ντόριαν Γκραίυ τον χτύπησε άλλες δυο φορές, μα αυτός δεν σάλεψε καθόλου. Κάτι άρχισε να στάζει στο πάτωμα. Περίμενε μια στιγμή, εξακολουθώντας να πιέζει το κεφάλι στο τραπέζι. Ύστερα έριξε το μαχαίρι στο τραπέζι και αφουγκράστηκε.

Δεν ακουγόταν τίποτε. Μόνο το τικ τικ από τις σταγόνες που έσταζαν στο φθαρμένο χαλί. Άνοιξε την πόρτα και βγήκε στο κεφαλόσκαλο. Το σπίτι ήταν εντελώς ήσυχο. Δεν υπήρχε κανείς. Έμεινε μερικά δευτερόλεπτα σκυμμένος στην κουπαστή, κοιτάζοντας κάτω, μέσα στο μαύρο κοχλαστό πηγάδι του σκότους. Ύστερα έβγαλε από την τσέπη του το κλειδί και επέστρεψε στο δωμάτιο. Μπήκε μέσα και κλείδωσε την πόρτα.

Το πράγμα ήταν ακόμα καθισμένο στην καρέκλα, απλωμένο στο τραπέζι με το κεφάλι σκυφτό, με τη ράχη κυρτωμένη και με μακριά αλλόκοτα χέρια. Αν δεν ήταν η κόκκινη οδοντωτή εγκοπή στο λαιμό και η πηχτή μαύρη λίμνη που απλωνόταν σιγά σιγά στο τραπέζι, θα έλεγε κανείς ότι ο άνθρωπος απλώς κοιμάται...»

Μετάφραση: Δημήτρης Γ. Κίκιζας
Εκδόσεις: Σμίλη